Σάββατο 2 Απριλίου 2011

Βιολί

                                              Βιολί
Το Βιολί είναι έγχορδο μουσικό όργανο που παίζεται με δοξάρι. Έχει τέσσερις χορδές διαφορετικού πάχους (σολ, ρε, λα, μι), που κουρδίζονται κατά διαστήματα πέμπτης και η μουσική του έκταση περιλαμβάνει 44 χρωματικούς φθόγγους. Το Βιολί στηρίζεται στον ώμο ενώ με το ένα χέρι ο μουσικός απλώς πιέζει τις χορδές χωρίς να το κρατά καθόλου ενώ με το άλλο κινεί το δοξάρι επάνω στις χορδές. Το βιολί εμφανίστηκε τον 16ο αιώνα ως εξέλιξη του μεσαιωνικού Φιντλ (αγγλ. fiddle), του ιταλικού Λύρα ντα μπράτσο (ιταλ. lira da braccio) και του Ρεμπέκ. Τη σημερινή μορφή του την πήρε κυρίως στην Ιταλία, όπου μεγάλες οικογένειες κατασκευαστών όπως οι Αμάτι, Γκουαρνέρι και Στραντιβάριους, δημιούργησαν θαυμάσιας ακουστικής όργανα που μέχρι και σήμερα θεωρούνται αξεπέραστα. Κατά την εποχή της αναγέννησης δημιουργήθηκαν σημαντικές σχολές βιολιού, που άκμασαν στη Βενετία, τη Μπολώνια, τη Φλωρεντία, τη Ρώμη, και σε άλλες Ιταλικές πόλεις. Τα πρώτα βιολιά χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση έργων λαϊκής και χορευτικής μουσικής. Κατά τον 17ο αιώνα το βιολί αντικατέστησε τη βιόλα ντα γκάμπα ως το σημαντικότερο έγχορδο στη μουσική δωματίου.
Οι περισσότεροι μεγάλοι συνθέτες έγραψαν μουσική για σόλο βιολί, μεταξύ των οποίων οι δάσκαλοι του Μπαρόκ Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, και Γκέοργκ Φρήντριχ Χαίντελ αλλά και σημαντικοί συνθέτες της κλασικής εποχής όπως οι Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ και Λούντβιχ βαν Μπετόβεν.
                                        Κατασκευή
Το βιολί έχει ταστιέρα χωρίς τάστα, γεγονός που κάνει δύσκολη την εκμάθησή του. Οι χορδές του απλώνονται επάνω στην ταστιέρα και τεντώνονται επάνω σε κλειδιά και σε έναν χορδοστάτη, αφού περάσουν επάνω από ένα ξύλινο στήριγμα, τον καβαλάρη, που συγκρατείται στη θέση του από την πίεση των χορδών. Ο καβαλάρης μεταδίδει τις ταλαντώσεις των χορδών στο κούφιο (με αέρα) σκάφος που μεγεθύνει τον ήχο. Στο εσωτερικό του οργάνου, κάτω από τον καβαλάρη, βρίσκεται ένα λεπτό ραβδάκι (ψυχή)που μεταβιβάζει τις ταλαντώσεις των χορδών στη ράχη του οργάνου, συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση του χαρακτηριστικού ήχου του βιολιού.
                                        Λαογραφία
Ο Ελληνικός λαός λέγοντας βιολιά (στον πληθυντικό) χαρακτηρίζει τις μικρές λαϊκές ή παραδοσιακές ορχήστρες από διάφορα όργανα όπως λαούτο, κλαρίνο, ούτι, ντέφι, τσαμπούνα κλπ. που απαρτίζονται κυρίως σε γιορτές γάμων και πενηγύρια. Το βιολί είναι πολύ διαδεδομένο κυρίως στην παραδοσιακή μικρασιάτικη, νησιώτικη και κρητική μουσική. Ιδίως στην τελευταία, προηγείται κατά πολλών δεκάδων χρόνων της λύρας, παρ' ότι πολλοί πιστεύουν το αντίθετο. Το βιολί έχει ιστορία μεγαλύτερη των 200 ετών ενώ η λύρα κλείνει τα 120 χρόνια
                                     Εκφράσεις
Στις δημώδεις συνήθεις εκφράσεις περιλαμβάνεται και εκείνη η λέξη "βιολί" περισσότερο μεταφορικά όπως η ανιαρή επιμονή σ΄ ένα θέμα, π.χ. "ότι και να του πεις, αυτός το βιολί του!", ή "Πάψε συνέχεια αυτό το βιολί!" κ.λπ.



Πηγή Βικιπαίδεια